
Γενάρης. Βράδυ. Περιμέναμε το θειό μου. Πολυταξιδεμένος, ζάμπλουτος. Μορφωμένος και βαρύς. Αδελφός του πατέρα μου. Η μάνα μου 'λεγε ότι είναι μέγας παπατζής. Ψέματα πολλά. Έτσι, για να λέει. Και μου 'χε αδυναμία. Για πολλούς λόγους. Αναγκάστηκα να του κάνω παρέα. Κάπνιζα, κρατόντας ένα ποτήρι ουίσκι στον κρόταφο. Τον άφηνα να λέει, να μιλάει, να διηγείται. Ο νους μου αλλού. Ώσπου, θα 'λεγε την ιστορία του Αντώνη. Άλλη μια ιστορία, άλλο ένα ψέμα. Ο Αντώνης κατάγονταν από μια κωμόπολη της Μακεδονίας. Εύπορη οικογένεια. Ο πατέρας χειρούργος καρδιολόγος. Είχε εγχειρήσει το θειό μου και γίναν φίλοι. Πήγαινε και στο σπίτι τους συχνά. Η μάνα του ζωγράφος. Τα σπασμένα στο παιδί. Πιάνο, γλώσσες πολλές και τέχνες και γράμματα. Αδιάφορος ο Αντώνης. Είχε πάθος με τα αεροπλάνα. Πολιτικά και στρατιωτικά. Παντού αφίσσες το δωμάτιο. Και ο πατέρας τον ήθελε ιατρό. Και η μάνα οικονομολόγο. Ήθελε να δώσει για Ικάρων. Σκοτωμός στο σπίτι. Τον άφησαν να δώσει. Να κάνει το μεράκι του. Είχαν άλλα σχέδια. Και πέρασε, γιατί ο Αντώνης περνούσε όπου ήθελε, έλεγε ο θειός μου. Γιατί ήταν διάννοια. Τον έστειλαν στην Αμερική. Στο ΜΙΤ. Οικονομολόγος. Αφού δεν ήθελε και την ιατρική. Παρέες πολλές. Μύριες φυλές. Ελιτίστικη νεολαία. Αδιάφορος ο Αντώνης. Ο νους του στα αεροπλάνα. Και στα κρυφά πήρε PPL και άλλα διπλώματα αεροσκαφών. Κάτι τέτοια έλεγε ο θείος μου. Ο καιρός περνούσε και ο Αντώνης έγινε η ψυχή του πανεπιστημίου. Πρώτος σε όλα. Αριστούχος και μέγας γυναικοκατακτητής. Γιατί ήταν ομορφόπαιδο. Έμοιασε της μάνας του, έλεγε ο θείος μου και σταμάτησε την ιστορία για να μιλήσει για τη ζωγράφο και τη δικό της παρελθόν. Πίσω στον Αντώνη. Ταραχές πολλές στην Ελλάδα τότε. Αριστεροί και Δεξιοί. Το κράτος δολοφονεί οι μεν. Ληστοσυμμορίτες οι δε. Και να σου οι συζητήσεις στις παρέες. Ντόρος μεγάλος. Εφημερίδες, τηλεοράσεις, Διαδίκτυο. Όλοι ενημερώνοντα για όλα. Εκτός απ' τον Αντώνη. Ο νους του στα αεροπλάνα και στην επιστήμη του. Γιατί ήταν περήφανος και δεν ήθελε να 'ναι παρακατιανός στα οικονομικά. Κι ας μισούσε τον Friedman. Βλέπεις, έλεγε ο θείος μου, στην Αμερική πρυτάνευε η νεοφιλελεύθερη οικονομική θεωρία και ο Αντώνης βαριά τη χώνευε. Έπρεπε από πείσμα. Και οι συζητήσεις πλήθαιναν στις παρέες. Κατά του κράτους που δολοφονεί. Οργισμένη η ελιτίστικη ελληνική νεολαία του ΜΙΤ. Επαναστάτησαν, όπως κι άλλοι νέοι στην Ελλάδα. Κι ο Αντώνης τους άκουγε αδιάφορα. Ατάραχος. Γιατί ήταν απολιτίκ. Έτσι τον έλεγαν. Ο νους του στα αεροπλάνα. Γιατί ο Αντώνης ήταν αιθεροβάμων. Από πιτσιρικάς. Και είχε το προνόμιο να βλέπει την εικόνα από ψηλά. Γιατί ο Αντώνης ήταν βαριά πολιτικοποιημένος. Διαβασμένος. Γνώριζε για όλα. Για πολιτική, για γνήσιες επαναστάσεις, για ιδεολογίες, για θρησκείες, για όπλα, για αεροπλάνα. Και κανείς δεν κατάλαβε τίποτα. Γιατί είχε ένα στόμα και δύο αυτιά. Για να μιλάει μια και ν' ακούει δύο. Απολιτίκ ο Αντώνης. Έτσι έλεγαν. Ο νους του στα αεροπλάνα. Από μικρός. Κι ο Αντώνης διάβαζε και ενημερώνονταν καλύτερα απ' όλους. Ο νους του στα αεροπλάνα. Ο καιρός πέρασε και πήρε το πτυχίο με άριστα. Ακόμα τον μνημονεύουν στο ΜΙΤ. Εξαφανίστηκε. Κανείς δεν τον ξαναείδε. Περίμενε από απόσταση. Βράδυ. Κοφτές, βαριές ανάσες. Ελαφριά η κύρτωση στο δάχτυλο. Οργανώθηκε, εφοδιάστηκε, μελέτησε, σχεδίασε με ακρίβεια δευτερολέπτου. Γιατί ήξερε από αεροπλάνα και στα αεροπλάνα το κάθε δευτερόλεπτο μετρά. Ατάραχος. Φυσούσε - ξεφυσούσε αργά. Ήρεμος. Ήταν σίγουρος για τον εαυτό του. Γιατί προσγείωσε πολλές φορές αεροπλάνα με κακό καιρό καί είχε αυτοπεποίθηση. Περίμενε κατερτικά. Γνώριζε, ήξερε την ώρα. Τον είδε. Σημάδεψε. Το κράτος δολοφονεί. Σκοτώσαν πλουτοκράτη Αριστερό πολιτικό. Με αριστερές πεποιθήσεις και δεξιές τσέπες. Έστειλε προκήρυξη τρανή. Ακόμα ψάχνουν τον Αντώνη. Η ώρα πέρασε. Αυτή ήταν η τελευταία ιστορία του θείου μου. Ήταν η πιο ενδιαφέρουσα απ΄όσες είχε πει. Και ας ήταν ψέματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου